- δρώμενο
- τοέτσι χαρακτηρίζεται συνοπτικά από την επιστήμη ένα οργανωμένο ιερό θέαμα, δραματοποιημένο.[ΕΤΥΜΟΛ. < αρχ. ελλην. δράν (=ενεργώ, πράττω), απ' όπου και η λέξη δράμα].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
τραγωδία — Είδος του δραματικού θεάτρου. Η διάκριση μεταξύ των διαφόρων δραματικών ειδών, και η ίδια η έννοια του δράματος, φαίνεται να ξεπεράστηκαν μετά την ανανέωση των αισθητικών ιδεών, που έφτασε στο ακραίο σημείο της στην εποχή του ρομαντισμού·… … Dictionary of Greek
φάρσα — Σύντομο θεατρικό έργο με κωμική υπόθέση που προορίζεται συνήθως για λαϊκό κοινό. Τα πρώτα γνωστά θεατρικά έργα του είδους είναι γαλλικά και χρονολογούνται από τα τέλη του Μεσαίωνα. Η γνωστότερη είναι Το παιδί και ο τυφλός, έργο ανώνυμου συγγραφέα … Dictionary of Greek